Δευτέρα 23 Ιουνίου 2008

Γράμμα από το Μέτωπο

Θυμάμαι καθαρά τη μέρα που βρήκα εκείνο το γράμμα.

Ένα λερωμένο, κατακίτρινο κομμάτι χαρτί, γραμμένο με κόκκινο μελάνι.

Φορούσα τα χακί και με το στρατιωτικό μου σάκο γύρω από τον ώμο περίμενα το τρένο να έρθει να με πάρει.

Θυμάμαι τα συναισθήματα μου πριν αγγίξω εκείνο το καταραμένο κομμάτι χαρτί. Πόσο απλά θα ήταν τα πράγματα αν συνέχιζα να πιστεύω πως ό,τι έκανα μπορούσε να δικαιοδοτηθεί από το καθήκον στην πατρίδα. Ανυπομονούσα να πιάσω στα χέρια μου όπλο, να πολεμήσω για κάποιο ανώνυμο κομμάτι γης εναντίον ανθρώπων που δεν είχα κάνει τον κόπο να γνωρίσω.

Βρήκα τον φάκελο να προεξέχει από τον σάκο, και πιστεύοντας πως ήταν από κάποιο αγαπημένο μου πρόσωπο, το άνοιξα με λαχτάρα.

Έγραφε:

Θα αναρωτιέσαι πόσο ανάγωγος ή αμόρφωτος είμαι που ξεκινώ ένα γράμμα δίχως χαιρετισμό.

Δεν θέλω να νιώσεις οικειότητα μαζί μου, αν και δεν μπορείς ακόμα ούτε καν να φανταστείς πόσο κοντά σου είμαι. Δεν θέλω να πω το όνομά σου, γιατί είναι τόσα όσα κι οι μορφές σου.

Σου γράφω για να σου πω πως σε περιμένω μακριά από ό,τι αγαπάς σαν οικείο, σε ένα μέρος που βασιλεύει αιώνια ο χειμώνας. Αναρωτιέμαι πως βρήκα χρόνο να σου γράψω, παραμονεύοντας ανάμεσα σε θάνατο και φυγή στα χαρακώματα.

Άσε με να σου μιλήσω λίγο για τη ζωή μου, την σύντομα και δική σου.

Το όπλο στο χέρι μου είναι το μόνο άγγιγμα που ζήτησα εδώ και καιρό, ξεχνώντας πως είναι να αγγίζεις ένα ανθρώπινο ον για λόγο άλλο από το να το σκοτώσεις.

Θέλω να νιώθεις περηφάνια για μένα, ξέροντας πως στο τελευταίο αυτό, το φόνο, διαπρέπω. Όσους μου ζήτησαν να κάνω εχθρούς μου πέφτουν σε κάθε μας συνάντηση.

Και με κάθε βήμα μου μπροστά, η πατρίδα μας μεγαλώνει.

Αναρωτήθηκες όμως τι μένει από μένα; Άσε με να σου πω.

Το Κακό είναι μια μόνο έννοια, έτσι έμαθα από κάθε πόλεμο που πολέμησα ποτέ.

Η πραγματική δύναμη του ανθρώπου είναι να ορίζει, κι έτσι το Κακό είναι συνήθως το ξένο προς εαυτόν, το επιβλαβές, το θανάσιμο.

Κι έχεις ακούσει πιστεύω τις ιστορίες για τα τέρατα, τους φορείς του κακού, και τις τρομερές μάχες που δίνει κανείς για να κρατήσει τα νύχια τους μακριά από την ευπαθή ψυχή του.

Ο πόλεμος σου μαθαίνει φίλε μου πως μόνο τα τέρατα είναι αληθινά.

Αυτό που λες ψυχή θα πιστέψεις πως είναι ο κόμπος στο στομάχι μετά τον πρώτο άνθρωπο που θα σκοτώσεις στη μάχη. Μα θα καταλάβεις μέσα από δασμούς πόνου πως η ψυχή είναι η χυδαιότερη ψευδαίσθηση μεγαλείου για κάτι τόσο σάπιο και αδίστακτο όσο το μέρος του εαυτού μας που πρόθυμα συναίνεσε σε κάθε αιματοκύλισμα.

Κι αν έχεις αντιρρήσεις, μάθε πως ο Πόλεμος, σαν ανθρώπινο κατασκεύασμα έχει τη δύναμη να ορίζει, κι όπως οι δημιουργοί του να θεοποιεί και να διαιωνίζει. Όλη η καλή σου προαίρεση δεν φτάνει για να αναιρέσει μία θρησκεία θανάτου που μας κρατά από το χέρι από τις απαρχές μας σαν είδος.

Μην νομίζεις όμως πως αυτά που σου είπα είναι γενικά και αόριστα, όπως οι περισσότερες δηλώσεις επιλογής και ήθους όταν γυρεύουν να κρατηθούν μακριά από την αναμέτρηση με την ευθύνη.

Έχω γίνει οι αμαρτίες μου κι ό,τι χειρότερο θα μπορούσε ποτέ να γεννήσει το φως και το σκοτάδι μέσα μου. Και δεν υπάρχει για μένα ούτε λύτρωση ούτε σωτηρία, ούτε καν η ελπίδα της κόλασης. Γιατί για καθένα από τα παραπάνω απαιτείται να υπάρχει μέσα μου έστω κι η παραμικρή έννοια της ηθικής, κι αυτή νομίζω ήταν η δεύτερη απώλεια που δέχτηκα μετά από αυτή της ψυχής μου.

Που είναι η δόξα σε αυτό που έγινα;

Ένα ακόμα όνομα και πρόσωπο για τον θάνατό χωρίς νομοτέλεια ωστόσο ή σκοπό, πέρα από τη ανόητη ελπίδα πως τελικά είμαι ένα πιόνι της μοίρας, και σαν τέτοιο μπορώ μόνο να κινούμαι μπροστά, ασφαλείς από απολογισμούς.

Ξέρω πως αυτό είναι το καλύτερο που μπορώ να ελπίζω, μα κάθε πιθανότητα άφεσης κι εξιλασμού μέσω της εθελοντικής μου αλλοτρίωσης και υποταγής σε αυτούς που κινούν τα νήματά μου είναι μάταιη, όσο ακόμα αισθάνομαι το Μίσος.

Ναι, το Μίσος, που για μένα έχει πρόσωπο και είναι το μόνο πράγμα εκτός του πόνου που με κάνει να νιώθω ζωντανός. Λιγότερο απ’ όλους μισώ του εχθρούς, παράξενο κι αν ακούγεται.

Το περισσότερο είναι για τον εαυτό μου, μα ένα μεγάλο μέρος το φυλάω για τους πληγωμένους ή σακατεμένους δικούς μας, που περίμεναν να ανοίξει μία τεράστια ρωγμή στη σάρκα τους, να σπάσει κόκαλο ή να παραμορφωθούν για να καταλάβουν πως αυτό που κάνουν είναι, στην ειλικρινά ηλίθια αντίληψή τους λάθος, υπέρτατα λάθος.

Και κατηγορώ τη νόησή τους όχι επειδή πιστεύω πως λανθασμένα αντιλαμβάνονται τις συνέπειες και το νόημα του τι κάνουν, αλλά επειδή η ηθική τους υποτίθεται πως είναι αυτό που τους έφερε εδώ, στη γη της φωτιάς και του πάγου, στον τόπο της απώλειας. Σκοτώνουν για να σώσουν ζωές. Πολεμούν για να διατηρήσουν την ειρήνη. Πουλάνε την ψυχή τους για να κερδίσουν τη σωτηρία.

Μακάρι να μπορούσες να με ακούσεις να γελάω, μα από την άλλη σύντομα θα μπορείς.

Γιατί το τρένο σου έρχεται σύντομα, έτσι δεν είναι;

Κι ανυπομονείς να ανέβεις, έτοιμος να τσαλακώσεις το γράμμα μου. Ίσως να μην έχεις προσέξει πως ο γραφικός χαρακτήρας είναι ο δικός σου, και πως σε όσα μέρη σε πήγα βρισκόσουν ήδη.

Είμαι οι τύψεις σου, οι ψίθυροι που ακούς τη νύχτα.

Είμαι η ξεχασμένη σου συνείδηση, που θα στοιχειώνει για πάντα κάθε αφελή σου προσπάθεια για ευτυχία.

Να φοβάσαι αυτό που μπορείς να γίνεις.

Να μην φοβάσαι να αρνηθείς.

Κλείνοντας λυπάμαι αφάνταστα που σου γράφω καλή αντάμωση.

Χαιρετίσματα λοιπόν,

Ο Μελλοντικός Εαυτός σου

Το γράμμα κόντεψε να μου φύγει από τα χέρια.

Ο γραφικός χαρακτήρας ήταν πραγματικά ο δικός μου, το ίδιο κι η υπογραφή. Κι όμως δεν είχα γράψει εγώ εκείνο το γράμμα. Δεν ήταν δυνατόν. Το σφύριγμα του τρένου που φρέναρε με ξύπνησε από το σοκ.

Δεν είμαι άνθρωπος πορωμένος, ούτε και τότε ήμουν.

Και παρόλο που εκείνο το γράμμα δεν με είχε πείσει – ομολογώ πως αν η υπογραφή ήταν διαφορετική ίσως να είχα πειστεί ευκολότερα – δεν ήθελα να παίρνω αποφάσεις για τη ζωή μου υπό τη σκιά τόσων και τέτοιων αμφιβολιών.

Το τρένο είχε έρθει σε πλήρη στάση, στρατιώτες πολλοί άλλοι μέσα περίμεναν, μα εγώ είχα κάνει επιτόπου μεταβολή κι απομακρυνόμουν.

Απρόσεκτος συγκρούστηκα με δύο στρατονόμους.

Το να διαβαστεί από εκείνους το γράμμα και να σκιστεί ήταν θέμα μερικών δευτερολέπτων. Η βία που ακολούθησε με έκανε να καταλάβω αρκετά για την τάξη πραγμάτων.

Καθώς με έσπρωχναν πια πίσω στο τρένο, ο ένας με κλομπ κι ο άλλος με το χέρι στη θήκη του όπλου, χαμογελούσα.

Γιατί κάθε φορά που έκλεινα τα μάτια μου το γράμμα θα ήταν κρυμμένο στο καθρέπτη του νου, εκεί όπου κανένας ακόμα δεν θα μπορούσε να κοιτάξει…

Δεν υπάρχουν σχόλια: